Μάθημα για τους conditionals στα αγγλικά - Προετοιμασία TOEIC®

Οι conditionals στα αγγλικά επιτρέπουν να εκφράσουμε καταστάσεις και τις συνέπειές τους. Είναι πολύ συχνές στο TOEIC®, επειδή αντικατοπτρίζουν τόσο γεγονότα, πιθανότητες όσο και υποθέσεις. Αυτό το μάθημα αναλύει τους διαφορετικούς τύπους των conditionals, τη δομή τους, τη χρήση τους και τις λεπτές αποχρώσεις τους.
Τι ακριβώς είναι μια conditional πρόταση;
Όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή, μια conditional πρόταση είναι μια πρόταση που εκφράζει μια προϋπόθεση. Αυτή η πρόταση αποτελείται από δύο μέρη:
- Η προτασιακή πρόταση της προϋπόθεσης (γνωστή ως «if clause»): εκφράζει την προϋπόθεση.
- Η κύρια πρόταση (γνωστή ως «main clause»): δηλώνει το αποτέλεσμα ή τη συνέπεια.
Η γενική δομή αυτής της πρότασης είναι: «If + προϋπόθεση, αποτέλεσμα»
- If it rains, I will stay home. (Αν βρέξει, θα μείνω σπίτι.)
Τα δύο μέρη μπορούν να αντιστραφούν χωρίς να αλλάξει το νόημα, αλλά σε αυτή την περίπτωση, δεν χρειάζεται κόμμα:
- I will stay home if it rains.
Υπάρχουν 5 τύποι conditionals στα αγγλικά:
- Zero-conditional
- First-conditional
- Second-conditional
- Third-conditional
- Mixed-conditional
Ανάλογα με το πλαίσιο της δράσης, τον χρονικό προσδιορισμό, τον βαθμό πιθανότητας κ.ά., επιλέγουμε έναν τύπο conditional αντί για άλλο. Θα αναλύσουμε όλους αυτούς τους τύπους στις επόμενες ενότητες.
1. Το zero-conditional
Το zero-conditional εκφράζει γενικά γεγονότα, καθολικές αλήθειες ή προβλέψιμα αποτελέσματα. Χρησιμοποιείται συχνά για να μιλήσουμε για επιστήμες, κανόνες ή συνήθειες.
Για να σχηματίσουμε το zero-conditional, χρησιμοποιούμε την παρακάτω δομή:
- If you heat water to 100°C, it boils.
(Αν θερμάνεις νερό στους 100°C, βράζει.) - If people don't exercise, they gain weight.
(Αν οι άνθρωποι δεν γυμνάζονται, παίρνουν βάρος.) - If you press this button, it turns off.
(Αν πατήσεις αυτό το κουμπί, σβήνει.)
Για να ελέγξεις αν μια πρόταση είναι zero-conditional, μπορείς να αντικαταστήσεις το «if» με «every time». Πράγματι, αυτή η μορφή εκφράζει μια γενική αλήθεια, οπότε η προϋπόθεση είναι πάντα αληθινή.
2. Το first-conditional
Το first-conditional εκφράζει πιθανές ή πιθανές ενέργειες στο μέλλον. Χρησιμοποιείται όταν η προϋπόθεση είναι ρεαλιστική.
Για να σχηματίσουμε το first-conditional, χρησιμοποιούμε την παρακάτω δομή:
- If it rains, I will stay at home.
(Αν βρέξει, θα μείνω σπίτι.) - If she studies, she will pass the test.
(Αν διαβάσει, θα περάσει το τεστ.) - If they arrive on time, we will start the meeting.
(Αν φτάσουν στην ώρα τους, θα ξεκινήσουμε τη συνάντηση.)
Μπορείς να διαβάσεις το μάθημά μας για τον Present Simple για να μάθεις πώς σχηματίζεται ο Present Simple.
Α. Όχι «will» μετά το «if»
Όπως είδαμε στο μάθημα για το μέλλον (διαθέσιμο εδώ), αν μια πρόταση ξεκινά με «if», δεν επιτρέπεται να βάλεις «will» στο ίδιο τμήμα της πρότασης:
❌ If I will go to London, I will visit Big Ben.
✅ If I go to London, I will visit Big Ben.
Β. Το first-conditional με «should» αντί «if» σε επίσημα συμφραζόμενα
Στο first-conditional, είναι δυνατό να αντικαταστήσεις το «if» με «should» σε επίσημα συμφραζόμενα. Η χρήση του «should» δηλώνει ότι το γεγονός είναι πιθανό αλλά παραμένει υποθετικό.
- Should you need any help, I will assist you.
(Αν χρειαστείτε βοήθεια, θα σας βοηθήσω.) - Should the meeting be postponed, we will inform all attendees.
(Αν η συνάντηση αναβληθεί, θα ενημερώσουμε όλους τους συμμετέχοντες.)
3. Zero-conditional και first-conditional: Ιδιαιτερότητες
Το zero- και first-conditional είναι τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα στα αγγλικά, επειδή εκφράζουν ρεαλιστικές καταστάσεις ή γενικές αλήθειες. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές ιδιαιτερότητες και λεπτές αποχρώσεις στη χρήση τους.
Α. Χρήση άλλων μορφών ή χρόνων στην «main clause» στο zero- και first-conditional
Α.α. Χρήση modal ρημάτων στην «main clause»
Στο zero- και first-conditional, μπορείς να αντικαταστήσεις το "will" με modal ρήματα όπως "can", "may", "might" ή "should" για να εκφράσεις διαφορετικές αποχρώσεις.
- "Can": Εκφράζει ικανότητα ή δυνατότητα.
- If you finish your homework, you can watch TV.
(Αν τελειώσεις τα μαθήματά σου, μπορείς να δεις τηλεόραση.)
- If you finish your homework, you can watch TV.
- "May" / "Might": Εκφράζει αβέβαιη δυνατότητα.
- If you study hard, you may pass the exam.
(Αν μελετήσεις σκληρά, μπορεί να περάσεις το διαγώνισμα.) - If we leave early, we might catch the train.
(Αν φύγουμε νωρίς, ίσως προλάβουμε το τρένο.)
- If you study hard, you may pass the exam.
- "Should": Εκφράζει συμβουλή ή σύσταση.
- If you feel sick, you should see a doctor.
(Αν νιώθεις άρρωστος, πρέπει να πας σε γιατρό.)
- If you feel sick, you should see a doctor.
Α.β. Χρήση προστακτικής στην «main clause»
Στα zero- και first-conditional, η χρήση της προστακτικής στην κύρια πρόταση επιτρέπει να δοθούν οδηγίες ή εντολές. Αυτό κάνει τις προτάσεις πιο άμεσες.
- If you see Jane, tell her to call me.
(Αν δεις την Jane, πες της να με καλέσει.) - If it rains, take an umbrella.
(Αν βρέξει, πάρε ομπρέλα.)
Β. Στο zero- και first-conditional, μπορεί να χρησιμοποιηθεί άλλος χρόνος εκτός από τον Present Simple στην «if clause»
Β.α. Αντικατάσταση του Present Simple με Present Perfect στην «if clause»
Για να τονίσουμε ότι μια ενέργεια έχει ολοκληρωθεί πριν από μια μελλοντική συνέπεια, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον Present Perfect στην if clause. Σκοπός είναι να τονιστεί ότι η προϋπόθεση βασίζεται σε μια πράξη που έχει ήδη πραγματοποιηθεί πριν από τη συνέπεια.
- If you have finished your work, we’ll go out for dinner.
(Αν έχεις τελειώσει τη δουλειά σου, θα βγούμε για δείπνο.) - If he has called, I’ll let you know.
(Αν έχει τηλεφωνήσει, θα σου πω.)
Β.β. Αντικατάσταση του Present Simple με Present Continuous στην «if clause»
Ο Present Continuous στην if clause χρησιμοποιείται για να μιλήσουμε για μια ενέργεια που βρίσκεται σε εξέλιξη ή είναι προσωρινή. Αυτό επιτρέπει να εισάγουμε προϋποθέσεις που εξαρτώνται από μια στιγμιαία ή τρέχουσα κατάσταση.
- If you’re getting tired, you should take a break.
(Αν κουράζεσαι, καλό είναι να κάνεις ένα διάλειμμα.) - If it’s raining, we’ll stay indoors.
(Αν βρέχει, θα μείνουμε μέσα.)
Γ. Στο zero- και first-conditional, μπορεί να αντικατασταθεί το "if" με άλλες εκφράσεις
Γ.α. Αντικατάσταση του "if" με "when"
Στα zero- και first-conditional, μπορείς να χρησιμοποιήσεις το «when» αντί για «if» για να εισάγεις την προϋπόθεση (ή τη στιγμή που συμβαίνει η πράξη).
- When the water reaches 100°C, it boils.
(Όταν το νερό φτάνει τους 100°C, βράζει.)
Ωστόσο, πρέπει να προσέχουμε τη φράση, γιατί εάν εναλλάξουμε "if" με "when", μπορεί να αλλάξει το νόημα της πρότασης:
- "If" εκφράζει αβέβαιη προϋπόθεση, που μπορεί ή όχι να συμβεί.
- If she gets pregnant, they will move to a bigger house.
(Αν μείνει έγκυος, θα μετακομίσουν σε μεγαλύτερο σπίτι. - Δεν είναι σίγουρο ότι θα μείνει έγκυος.)
- If she gets pregnant, they will move to a bigger house.
- "When", αντίθετα, προϋποθέτει ότι το γεγονός θα συμβεί σίγουρα.
- When she gets pregnant, they will move to a bigger house.
(Όταν μείνει έγκυος, θα μετακομίσουν σε μεγαλύτερο σπίτι. - Θεωρούν την εγκυμοσύνη δεδομένη, απλώς θέμα χρόνου.)
- When she gets pregnant, they will move to a bigger house.
Γ.β. Αντικατάσταση του "if" με "unless" για αρνητική προϋπόθεση
Στα zero- και first conditionals, μπορείς να αντικαταστήσεις το "if" με "unless" για να εκφράσεις μια αρνητική προϋπόθεση. Το "unless" σημαίνει "εκτός αν" και έχει παρόμοια λειτουργία με το "if not", αλλά είναι πιο σύντομο.
- If you don’t study, you won’t pass the exam.
(Αν δεν διαβάσεις, δεν θα περάσεις το διαγώνισμα.) - Unless you study, you won’t pass the exam.
(Εκτός αν διαβάσεις, δεν θα περάσεις το διαγώνισμα.)
Σημαντικά σημεία
- Αρνητική έννοια: Σε αντίθεση με το "if", το "unless" εκφράζει άμεσα περιορισμό ή εξαίρεση.
- Unless he apologizes, I won’t forgive him.
(Εκτός αν ζητήσει συγγνώμη, δεν θα τον συγχωρήσω.)
- Unless he apologizes, I won’t forgive him.
- Γραμματική λεπτομέρεια: Με το "unless", δεν χρειάζεται να προσθέσεις αρνητικό στην πρόταση (όπως με το "if not").
- ❌ Unless you don’t study, you won’t pass the exam. (λανθασμένο - διπλή άρνηση)
- ✅ Unless you study, you won’t pass the exam.
- "Not + unless" για έμφαση στην προϋπόθεση: Συχνά χρησιμοποιείται το "not + unless", που σημαίνει "μόνο αν", για να τονιστεί μια απαραίτητη προϋπόθεση. Αυτή η δομή ισοδυναμεί με το "only ... if".
- The company will only approve my application if I provide additional documents.
- The company will not approve my application unless I provide additional documents.
(Η εταιρεία θα εγκρίνει την αίτησή μου μόνο αν προσκομίσω επιπλέον έγγραφα.)
- Απόχρωση βεβαιότητας: Η χρήση του "unless" μπορεί μερικές φορές να προσθέσει μια πιο απόλυτη ή κατηγορηματική απόχρωση από το απλό "if".
Γ.γ. Αντικατάσταση του «if» με «if and only if»
Στα zero- και first conditionals, μπορείς να αντικαταστήσεις το «if» με εκφράσεις όπως «so long as», «as long as», «on condition that» και «providing» / «provided that», που δηλώνουν μια αυστηρή ή συγκεκριμένη προϋπόθεση. Αυτές οι εναλλακτικές τονίζουν τη αναγκαιότητα της προϋπόθεσης.
- "So long as" / "As long as" (όσο, υπό την προϋπόθεση ότι)
- You can stay here so long as you keep quiet.
(Μπορείς να μείνεις εδώ, όσο κρατάς ησυχία.) - As long as you work hard, you will succeed.
(Αρκεί να δουλέψεις σκληρά, θα πετύχεις.)
- You can stay here so long as you keep quiet.
- "On condition that" (υπό την προϋπόθεση ότι)
- I’ll lend you my car on condition that you return it before 8 PM.
(Θα σου δανείσω το αυτοκίνητό μου αν το επιστρέψεις πριν τις 8 μ.μ.)
- I’ll lend you my car on condition that you return it before 8 PM.
- "Providing" / "Provided that" (υπό την προϋπόθεση ότι)
- I will let you take a day off provided that you finish your tasks first.
(Θα σου επιτρέψω να πάρεις ρεπό αν πρώτα ολοκληρώσεις τις εργασίες σου.) - Providing the weather is good, we’ll go for a hike.
(Αν ο καιρός είναι καλός, θα πάμε για πεζοπορία.)
- I will let you take a day off provided that you finish your tasks first.
Γ.δ. Αντικατάσταση του "if" με "so that" ή "in case"
Σε ορισμένα συμφραζόμενα, μπορείς να αντικαταστήσεις το "if" με "so that" (ώστε να) ή "in case" (σε περίπτωση που) για να εκφράσεις σκοπό ή πρόνοια:
- "So that" χρησιμοποιείται για να δείξει ότι η δράση έχει στόχο ή επιθυμητή συνέπεια:
- I’ll explain it again so that everyone understands.
(Θα το εξηγήσω ξανά ώστε να καταλάβουν όλοι.)
- I’ll explain it again so that everyone understands.
- "In case" εκφράζει ενέργεια ως πρόνοια για ενδεχόμενη περίπτωση:
- Take an umbrella in case it rains.
(Πάρε ομπρέλα σε περίπτωση που βρέξει.)
- Take an umbrella in case it rains.
Γ.ε. Άλλες εκφράσεις που αντικαθιστούν το «if»
Άλλες εκφράσεις που δεν αναφέρθηκαν παραπάνω και μπορούν να αντικαταστήσουν το «if» στα zero- και first-conditional περιλαμβάνουν:
- "before" (πριν)
- "until" (μέχρι να)
- "as soon as" (μόλις)
- "the moment" (τη στιγμή που)
- "after" (αφού)
4. Το second-conditional
Το second conditional περιγράφει υποθετικές ή απίθανες καταστάσεις στο παρόν ή μέλλον. Χρησιμοποιείται επίσης για να δώσει συμβουλές ή να φανταστεί σενάρια που δεν είναι πραγματικά.
Για να σχηματίσεις το second conditional, χρησιμοποιείς τη δομή:
Παράδειγμα για να μιλήσεις για απίθανη ή μη ρεαλιστική κατάσταση στο παρόν:
- If I had a car, I would drive to work every day.
(Αν είχα αυτοκίνητο, θα πήγαινα στη δουλειά κάθε μέρα με αυτό.)
Σε αυτό το παράδειγμα, δεν έχω αυτοκίνητο αυτή τη στιγμή, είναι υπόθεση αντίθετη με την πραγματική μου κατάσταση.
Παράδειγμα για να μιλήσεις για απίθανη ή μη ρεαλιστική κατάσταση στο μέλλον:
- If I won the lottery tomorrow, I would buy a mansion.
(Αν κερδίσω το λαχείο αύριο, θα αγοράσω μια έπαυλη.)
Εδώ, το "να κερδίσω το λαχείο αύριο" θεωρείται εξαιρετικά απίθανο, γι’ αυτό χρησιμοποιείται το second conditional.
Πρόσεξε καλά, ποτέ δεν βάζουμε «would» στο if-statement!
✅ If I had a car, I would drive to work every day.
❌ If I’d have a car, I would drive to work every day.
Μπορείς να διαβάσεις το μάθημά μας για τον Past Simple για να μάθεις πώς σχηματίζεται ο Past Simple.
Α. Αντικατάσταση του «would» με «could» ή «might»
Στο second conditional, μπορείς να αντικαταστήσεις το "would" με "could" ή "might" για να εκφράσεις διαφορετικές αποχρώσεις:
- "Could": Εκφράζει ικανότητα ή δυνατότητα σε υποθετικό σενάριο.
- If I had more money, I could buy a new car.
(Αν είχα περισσότερα χρήματα, θα μπορούσα να αγοράσω καινούριο αυτοκίνητο.) - Αυτό δείχνει ότι η πράξη είναι εφικτή σε αυτό το υποθετικό σενάριο.
- If I had more money, I could buy a new car.
- "Might": Εκφράζει πιθανότητα ή αβεβαιότητα.
- If she studied harder, she might pass the exam.
(Αν διάβαζε περισσότερο, ίσως περνούσε το διαγώνισμα.) - Εδώ, το να περάσει το διαγώνισμα είναι πιθανότητα αλλά όχι βεβαιότητα.
- If she studied harder, she might pass the exam.
Β. «If I were» και όχι «If I was»
Στο second conditional, συνηθίζεται να χρησιμοποιείται το "were" για όλα τα πρόσωπα (και "I", "he", "she", "it") αντί για "was", επειδή αντικατοπτρίζει την υποθετική φύση της πρότασης.
Η χρήση του "were" θεωρείται πιο σωστή σε υποθετικές κατασκευές επίσημες ή γραπτές. Στην καθομιλουμένη ακούγεται μερικές φορές το "If I was", αλλά είναι λιγότερο κομψό ή επίσημο.
Συνοψίζοντας: το "If I were" είναι η τυπική και συνιστώμενη μορφή στο second conditional, ειδικά σε ακαδημαϊκό ή επίσημο πλαίσιο.
- If I were rich, I would travel the world.
(Αν ήμουν πλούσιος, θα ταξίδευα σε όλο τον κόσμο.) - If he were taller, he could play basketball professionally.
(Αν ήταν ψηλότερος, θα μπορούσε να παίξει επαγγελματικά μπάσκετ.)
Γ. Έκφραση προτίμησης στο first και second-conditional με «rather»
Το "rather" μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο first και second conditional για να δηλώσει προτίμηση μεταξύ δύο πράξεων ή καταστάσεων.
- First conditional: If it rains tomorrow, I'd rather stay at home than go out.
(Αν βρέξει αύριο, θα προτιμούσα να μείνω σπίτι παρά να βγω έξω.) - Second conditional: If I had more free time, I'd rather read a book than watch TV.
(Αν είχα περισσότερο ελεύθερο χρόνο, θα προτιμούσα να διαβάσω ένα βιβλίο παρά να δω τηλεόραση.)
Δ. Χρήση του «wish» στο second conditional
Στο second conditional, το «wish» μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκφράσουμε ευχές ή μετάνοιες σχετικά με τρέχουσες ή μελλοντικές μη πραγματικές ή απίθανες καταστάσεις. Χρησιμοποιείται ο Past Simple ή το could μετά το «wish».
- If I spoke Spanish, I would apply for the job.
→ I wish I spoke Spanish so I could apply for the job. - If she had more free time, she would travel the world.
→ I wish she had more free time so she could travel the world.
Ποτέ μην χρησιμοποιείς modal μετά το wish, επειδή το wish είναι ήδη modal. Χρησιμοποιείται απευθείας ο Past Simple μετά το wish.
❌ I wish I would have more time.
✅ I wish I had more time.
Για να μάθεις περισσότερα για το modal wish, μπορείς να δεις το μάθημά μας για τα modals.
5. First και second-conditional: Ιδιαιτερότητες
Α. Έκφραση απαραίτητης προϋπόθεσης στο first και second-conditional με «be to»
Η έκφραση "be to" χρησιμοποιείται στα first και second conditionals για να δηλώσει μια προϋπόθεση που πρέπει απαραίτητα να εκπληρωθεί πριν συμβεί η βασική πράξη. Προσδίδει πιο επίσημο ή εξουσιαστικό τόνο στην προϋπόθεση.
- First conditional:
- If you are to pass the exam, you must study harder.
(Αν θέλεις να περάσεις το διαγώνισμα, πρέπει να διαβάσεις πιο σκληρά.)
- If you are to pass the exam, you must study harder.
- Second conditional:
- If she were to accept the job offer, how would she manage the relocation?
(Αν δεχόταν τη θέση εργασίας, πώς θα διαχειριζόταν τη μετακόμιση;) - Εδώ το "were to" προσθέτει μια πιο επίσημη υπόθεση.
- If she were to accept the job offer, how would she manage the relocation?
Β. Πώς να διαλέξεις μεταξύ first και second-conditional;
Η επιλογή μεταξύ first και second conditional εξαρτάται από την πιθανότητα ή την πραγματικότητα της κατάστασης:
- First conditional: Χρησιμοποιείται για πολύ πιθανές καταστάσεις στο μέλλον.
- If it rains tomorrow, I’ll stay home.
(Αν βρέξει αύριο, θα μείνω σπίτι.)
- If it rains tomorrow, I’ll stay home.
- Second conditional: Χρησιμοποιείται για υποθετικές, απίθανες ή αδύνατες καταστάσεις στο παρόν ή μέλλον.
- If I had a million dollars, I’d buy a mansion.
(Αν είχα ένα εκατομμύριο δολάρια, θα αγόραζα μια έπαυλη.)
- If I had a million dollars, I’d buy a mansion.
6. Το third-conditional
Το third conditional αφορά υποθετικές καταστάσεις στο παρελθόν, συχνά χρησιμοποιείται για να εκφράσει μετάνοια για το παρελθόν. Περιγράφει γεγονότα που δεν συνέβησαν και τις φανταστικές συνέπειές τους. Πρέπει να θυμάσαι ότι το third conditional χρησιμοποιείται μόνο για να μιλήσεις για ανύπαρκτα ή φανταστικά παρελθοντικά γεγονότα.
Για να σχηματίσεις το third-conditional, χρησιμοποιείς τη δομή
Για να μάθεις περισσότερα, μπορείς να διαβάσεις το μάθημά μας για το Past Perfect.
- If I had known, I would have helped you.
(Αν είχα μάθει, θα σε είχα βοηθήσει.) - If she had not ignored the instructions, she would have avoided the mistake.
(Αν δεν είχε αγνοήσει τις οδηγίες, θα είχε αποφύγει το λάθος.) - If they had left earlier, they wouldn’t have missed the flight.
(Αν είχαν φύγει νωρίτερα, δεν θα είχαν χάσει την πτήση.)
Πρόσεξε καλά, όπως και στο second-conditional, ποτέ δεν βάζουμε «would» στο if-statement!
✅ If she had worked harder, she would have succeeded.
❌ If she would have worked harder, she would have succeeded.
Α. Αντικατάσταση του «would» με «could» ή «might»
Στο third conditional, μπορείς επίσης να αντικαταστήσεις το "would" με "could" ή "might" για να εκφράσεις διαφορετικές αποχρώσεις:
- "Could" εκφράζει ικανότητα ή δυνατότητα σε μη πραγματική παρελθοντική κατάσταση.
- If I had saved more money, I could have bought a house.
(Αν είχα αποταμιεύσει περισσότερα χρήματα, θα μπορούσα να είχα αγοράσει ένα σπίτι.)- Αυτό δείχνει ότι η αγορά σπιτιού θα ήταν δυνατή σε αυτό το υποθετικό σενάριο.
- If I had saved more money, I could have bought a house.
- "Might" εκφράζει πιθανότητα ή αβεβαιότητα σε υποθετικό παρελθόν.
- If she had taken the earlier train, she might have arrived on time.
(Αν είχε πάρει το πρωινότερο τρένο, μπορεί να είχε φτάσει στην ώρα της.) - Εδώ, το να φτάσει στην ώρα της είναι πιθανότητα, όχι βεβαιότητα.
- If she had taken the earlier train, she might have arrived on time.
Β. Χρήση του «wish» στο third conditional
Στο third conditional, το «wish» μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκφράσουμε μετάνοια για γεγονότα του παρελθόντος που δεν συνέβησαν όπως θέλαμε. Ακολουθείται από Past Perfect για να δείξει ότι φανταζόμαστε ένα διαφορετικό παρελθόν.
- If I had studied harder, I would have passed the test.
→ I wish I had studied harder so I could have passed the test. - If we had arrived earlier, we would have seen the performance.
→ I wish we had arrived earlier so we could have seen the performance.
Ποτέ μην χρησιμοποιείς modal μετά το wish, επειδή το wish είναι ήδη modal. Χρησιμοποιείται απευθείας ο Past Simple μετά το wish.
❌ I wish I would have studied harder
✅ I wish I had studied harder.
Για να μάθεις περισσότερα για το modal wish, μπορείς να δεις το μάθημά μας για τα modals.
7. Το mixed-conditional
Τα mixed conditionals συνδυάζουν στοιχεία του second και του third conditional. Χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν καταστάσεις όπου μια πράξη στο παρελθόν έχει συνέπειες στο παρόν ή το αντίστροφο.
Για να σχηματίσεις το mixed-conditional, χρησιμοποιείς τη δομή:
- If I had studied medicine, I would be a doctor now.
(Αν είχα σπουδάσει ιατρική, τώρα θα ήμουν γιατρός.) - If I had worked harder at school, I would have a better job now.
(Αν είχα δουλέψει περισσότερο στο σχολείο, τώρα θα είχα καλύτερη δουλειά.) - If she hadn't missed the train, she would be here with us.
(Αν δεν είχε χάσει το τρένο, τώρα θα ήταν εδώ μαζί μας.)
Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, οι conditionals είναι εξαιρετικά σημαντικοί για να εκφράσεις σύνθετες ιδέες, υποθέσεις, πιθανότητες ή μετάνοιες. Είναι παντού στο TOEIC® και στην καθημερινή ζωή, οπότε το να τους μάθεις σε βοηθά να επικοινωνείς καλύτερα και να είσαι πιο ακριβής. Με εξάσκηση, θα αισθάνεσαι άνετα να τους χρησιμοποιείς σε πολλές περιστάσεις, είτε είναι σε επαγγελματικό είτε σε προσωπικό πλαίσιο!