Μάθημα για τα Modal Verbs στα Αγγλικά - Προετοιμασία TOEIC®

Στα αγγλικά, τα modal verbs (ή modal auxiliary verbs) αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία ρημάτων που επιτρέπουν την έκφραση αποχρώσεων δυνατότητας, υποχρέωσης, ικανότητας, άδειας, συμβουλής κ.ά.
Δεν ακολουθούν τη συνηθισμένη κλίση:
- Δεν παίρνουν κατάληξη -s στο τρίτο πρόσωπο ενικού (he can, she must, it will),
- Άρνηση και ερώτηση χωρίς το βοηθητικό do (π.χ. I cannot go / Can I go?),
- Ακολουθούνται από ρηματική βάση χωρίς το «to» (π.χ. I can swim, όχι I can to swim).
Γενικά διακρίνουμε τρεις βασικούς τύπους modal verbs:
- Καθαρά modals (core modals):
- Είναι ρήματα όπως can, could, may, might, must, shall, should, will, would (στα οποία μπορούν να προστεθούν dare και need σε κάποιες περιπτώσεις).
- Είναι ελαττωματικά: δεν υπάρχουν σε όλους τους χρόνους (π.χ. δεν υπάρχει canned) και ακολουθούν τις ιδιότητες που περιγράφηκαν παραπάνω (χωρίς s, άρνηση χωρίς do κ.λπ.).
- Ημι-modals (quasi-modals):
- Εκφράζουν παρόμοιες έννοιες (υποχρέωση, ικανότητα, μέλλον...), αλλά συμπεριφέρονται εν μέρει σαν κανονικά ρήματα.
- Για παράδειγμα, have to, be able to, need (ως κανονικό ρήμα), dare (ως κανονικό ρήμα), ought to, used to, be going to κ.λπ.
- Ορισμένα μπορούν να πάρουν s στο τρίτο πρόσωπο (He has to go), να κλιθούν στο παρελθόν (I had to go), ή να χρησιμοποιήσουν το βοηθητικό do (Do you need to go?).
- Modal φράσεις (περιφράσεις):
- Πρόκειται για εκφράσεις (συνήθως με be ή have) που εκτελούν modal λειτουργίες (π.χ. be allowed to, be about to, would rather κ.ά.).
- Δεν είναι «ελαττωματικές» όπως τα καθαρά modal και ακολουθούν κανονική κλίση (He is allowed to go, They were about to leave κ.τ.λ.).
Ακολουθεί μια συνοπτική παρουσίαση των modal verbs σε πίνακα. Για κάθε λειτουργία έχουμε γράψει ξεχωριστό μάθημα, οπότε μη διστάσετε να τα διαβάσετε.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ | ΚΑΘΑΡΑ MODALS | ΗΜΙ-MODALS | MODAL ΦΡΑΣΕΙΣ |
---|---|---|---|
Ικανότητα (= μπορώ να κάνω κάτι) | can / can't could / couldn’t | be able to | manage to succeed in know how to Be capable of |
Άδεια (= έχω το δικαίωμα / εξουσιοδότηση) | can / could / may / might | be allowed to Have the right to Have permission to | |
Υποχρέωση (= ισχυρή υποχρέωση, αναγκαιότητα) | must / shall | have (got) to ought to | be required to be to + base verb |
Απαγόρευση (= δεν έχω το δικαίωμα / απαγορεύεται) | can’t / cannot mustn’t may not | not allowed to | |
Έλλειψη υποχρέωσης (= δεν είναι απαραίτητο) | don’t have to don’t need to needn’t | be not required to | |
Συμβουλή (= σύσταση / ισχυρή προτροπή) | should / shouldn’t | ought to ought not to had better | You are advised to... |
Πρόταση / Υπόδειξη (= προτείνω κάτι) | could / shall | Why don’t we...? | |
Πρόθεση / Μέλλον (= μέλλον, σχεδιασμός, πρόθεση, πλάνο) | will / shall | be going to | be about to |
Πιθανότητα / Αβεβαιότητα (= βαθμός βεβαιότητας / δυνατότητα) | may / must / can’t | be likely to be bound to | be supposed to be like |
Προτίμηση / Ευχή (= θέλω κάτι, εκφράζω προτίμηση) | would | would like would rather would sooner |
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση της ικανότητας στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση της άδειας στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση της υποχρέωσης στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση της απαγόρευσης στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση έλλειψης υποχρέωσης στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση συμβουλής στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση πρότασης και υπόδειξης στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση πρόθεσης ή άμεσου μέλλοντος στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση πιθανότητας και αβεβαιότητας στο TOEIC®
- 🔗 Μάθημα για την έκφραση προτίμησης και ευχής στο TOEIC®